σασσιγνίτης

σασσιγνίτης
ο, Ν
αστρον. λιθομετεωρίτης που περιέχει ολιβίνη και χρωμίτη σε αναλογίες 95% και 4%, αντίστοιχα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γερμ. Chassignit < Chassigny, περιοχή τής ανατολικής Γαλλίας].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”